“Λίγα πράγματα στη ζωή είναι πιο ευχάριστα από την ώρα που είναι αφιερωμένη στην τελετουργία του απογευματινού τσαγιού.”

Χένρι Τζέιμς, Το πορτρέτο μιας κυρίας (1880)

O θεσμός του afternoon tea έχει ξεκινήσει στην Αγγλία από τη δεκαετία του 1830 και μέχρι σήμερα καλά κρατεί - μάλιστα τείνει πια να γίνει και αγαπημένη συνήθεια πολλών Αθηναίων. Για ελάτε, όμως, μαζί μας, να κάνουμε ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο, και να επισκεφτούμε για λίγο εκείνη την εποχή.

Η λατρεμένη μου La Cocotte, κατά κόσμον Βιβέτα Στρατηγού, σχεδιάστρια ρούχων εποχής και λάτρης του vintage, είχε την ιδέα να αναδημιουργήσουμε παρέα ένα τσάι εμπνευσμένο από τη βικτωριανή εποχή. Εκείνη ανέλαβε το styling μας και εγώ την art de la table και την έρευνα για το σαβουάρ βιβρ. Ο ταλαντούχος φωτογράφος μας, Χρυσόστομος Γαλαθρής, δημιουργός του στούντιο και project The Vintage Room, ανέλαβε να μας απαθανατίσει με τη μοναδική του ματιά, και η Κατερίνα Πεφτίτση, το γνωστό σε όλους vintage μοντέλο από το GNTM με τα απίθανα μπλε μαλλιά και το μοναδικό στυλ, ήρθε να ποζάρει μαζί μας! Το βικτωριανό μας πορτρέτο, βέβαια, δεν θα ήταν ολοκληρωμένο και χωρίς τα μαγικά καπέλα της Λίνας Καραμπλάκα, ή αλλιώς Bizzarre Noir, που κατασκευάζονται εξ’ ολοκλήρου στο χέρι σε μοναδικά σχέδια κατά παραγγελία. Φυσικά, δεν μπορούμε να κάνουμε τα πάντα με την ‘αυθεντικότητα’ που συνήθως μας χαρακτηρίζει στις vintage φωτογραφίσεις μας, οπότε μπορούμε να πούμε πως είναι μια ‘ελεύθερη απόδοση’ του ύφους της εποχής (άλλωστε η βικτωριανή περίοδος διαρκεί 8 δεκαετίες και περιλαμβάνει πολλά διαφορετικά στυλ) ή ίσως μια φωτογράφιση σε στυλ ‘Victoriana’.

Για να δούμε, όμως, ποιες ήταν οι συνήθειες, το etiquette και η μόδα του afternoon tea στη βικτωριανή περίοδο…Το τσάι άρχισε να διαδίδεται στην Αγγλία από το 1650, ωστόσο για πολύ καιρό παρέμεινε ένα προϊόν εξαιρετικά ακριβό. Το ρόφημα έγινε συνήθεια για τους Βρετανούς την εποχή της βασιλείας της Βικτώριας. Η ίδια η βασίλισσα αγαπούσε πολύ το τσάι και έχουν καταμετρηθεί περίπου 7.000 αναφορές σε αυτό στο ημερολόγιό της, που κρατούσε από το 1832 ως το 1901, λίγο πριν το θάνατό της. Η επέκταση των φυτειών του τσαγιού στην Ινδία (ως τότε καλλιεργούνταν στην Κίνα) και η πτώση των φόρων του τσαγιού έκαναν το τσάι πιο οικονομικό και άρα προσιτό για περισσότερα κοινωνικά στρώματα.

Το afternoon tea προέκυψε από την ανάγκη να γεμίσει το κενό από το μεσημεριανό γεύμα ως το βραδινό, καθώς το διάστημα ήταν αρκετά μεγάλο για να μένει κανείς νηστικός. Τους προηγούμενους αιώνες, το δείπνο σερβιριζόταν νωρίς το απόγευμα, αλλά προς το τέλος της Γεωργιανής περιόδου, άρχισε να σερβίρεται όλο και πιο αργά, στις 5 ή και τις 6 η ώρα. Την εποχή της Βικτώριας δεν ήταν ασυνήθιστο να σερβίρεται ακόμα και στις 7 ή και πιο αργά σε ειδικές περιστάσεις. Κάπου εκεί, λοιπόν, η περίφημη δούκισσα του Μπέντφορντ, η Αν Ράσελ, που θεωρείται κατά γενική παραδοχή η μητέρα του afternoon tea, αποφάσισε ότι κάτι έπρεπε να γίνει για να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα και ζήτησε να της σερβίρουν τσάι μαζί με κάτι να τσιμπήσει, διότι αισθανόταν -oh mon Dieu- ζαλάδες και αδυναμία. Το τσάι, λοιπόν, σερβιριζόταν γύρω στις 4 ή τις 5 μ.μ. Στην αρχή έπαιρνε το τσάι της μόνη,αλλά στη συνέχεια άρχισε να προσκαλεί και φίλες της για να γευματίσουν μαζί. Σιγά-σιγά η ιδιαίτερη αυτή συνήθειά της άρχισε να αντιγράφεται και να εξαπλώνεται, ώσπου το afternoon tea έγινε θεσμός. Παραδόξως, η έκφραση “παίρνω τσάι” (‘take tea’ στα Αγγλικά) την εποχή αυτή θεωρούνταν δευτεροκλασάτη, σε αντίθεση με τη σημερινή εποχή, που θεωρείται ο αριστοκρατικός τρόπος να αναφερθεί κανείς στη συγκεκριμένη συνήθεια.

To afternoon tea λοιπόν διαμορφώθηκε ως ένα σχετικά “εύκολο” κάλεσμα στο σπίτι (συγκριτικά με τη διοργάνωση ολόκληρου δείπνου) που δεν διαρκούσε πολύ. Τα πρώτα χρόνια της βικτωριανής περιόδου θεωρούνταν αποδεκτό να παραμείνει κανείς περίπου μισή ώρα σε ένα κάλεσμα για τσάι, ενώ μια κυρία με έντονη κοινωνική ζωή μπορεί μέσα σε ένα απόγευμα να είχε εως και 9 τέτοια καλέσματα, back to back. Στο βιβλίο Table Talk αναφέρεται πως αυτές οι κοινωνικές υποχρεώσεις πολλές φορές είχαν άσχημες επιπτώσεις για τον οργανισμό, αφού “Η κατάποση τόσο μεγάλων ποσοτήτων τσαγιού εξαντλεί τα νεύρα, προκαλεί αϋπνίες και απερίγραπτη δυστυχία στις ταλαιπωρημένες γυναίκες μας”.

Τα περιοδικά της εποχής, λοιπόν, προειδοποιούσαν για τους κινδύνους από την υπερβολική κατανάλωση τσαγιού (νευρικές διαταραχές, πονοκέφαλοι κ.α.) αλλά για τους συνετούς ανθρώπους που το κατανάλωναν με μέτρο δεν έπαυε να είναι ένας καλός τρόπος να κάνεις γνωριμίες ή να περάσεις ένα ευχάριστο απόγευμα με τους φίλους σου. Η τεϊοποσία, πέρα από συνήθεια, εξελίχθηκε σιγά-σιγά σε ολόκληρη κουλτούρα. Οι τσαγερίες ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια, τα ιδιωτικά tea parties σε ξενοδοχεία είχαν μεγάλη ζήτηση, ενώ οι σχετικοί χοροί (tea dances) εξελίχθηκαν σε έναν τόπο πιθανών γνωριμιών και συνοικεσίων.

 
 

Οι προσκλήσεις

Για ένα κάλεσμα σε τσάι δεν χρειαζόταν επίσημη πρόσκληση. Οι κυρίες συνήθιζαν να ανακοινώνουν τη μέρα και την ώρα του τσαγιού στην πίσω όψη της carte de visite τους. Ενδεχομένως σε πιο στενούς φίλους να έγραφαν ένα πιο εκτεταμένο μήνυμα, όπως σε αυτό το δείγμα από το βιβλίο The New Century Standard Letter-Writer (1900), που εξηγεί πώς να προσκαλέσεις μια κυρία σε ένα ανεπίσημο afternoon tea.

“Αγαπητή κυρία Σάλτερ:

Μερικοί φίλοι μας θα έρθουν για απογευματινό τσάι την ερχόμενη Παρασκευή, και ευελπιστούμε να έχουμε και λίγη καλή μουσική. Ίσως θα θέλατε να πεταχτείτε για μισή ωρίτσα: αν ναι, θα χαρώ πολύ να σας δω.

Πιστέψτε με,

ειλικρινά δική σας,

Σέλμα Γουάιτ”

Αντίστοιχα, οι ανεπίσημες προσκλήσεις αυτού του τύπου δεν απαιτούσαν και γραπτή απάντηση.

Το σερβίρισμα του τσαγιού

Σε άλλες κουλτούρες και λαούς συναντάμε λεπτομερή τελετουργικά όσον αφορά το σερβίρισμα και την παρουσίαση του τσαγιού, στη Βικτωριανή Αγγλία ωστόσο δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Υπάρχουν βέβαια κάποιοι απαράβατοι κανόνες και το απαραίτητο σαβουάρ βιβρ. Οι περισσότεροι μελετητές, για παράδειγμα, υποστηρίζουν ότι η τσαγιέρα έπρεπε πρώτα να ζεσταθεί. Στο βιβλίο της Ménagère or The Modern Housewife (1851), η Alexis Soyer αναφέρει ότι έπρεπε να θερμανθούν τόσο η τσαγιέρα όσο και τα φύλλα του τσαγιού στον φούρνο προτού γεμίσει με βραστό νερό, η έστω να τοποθετηθεί για λίγη ώρα μπροστά στο τζάκι.

Όπως είπαμε, τον 18ο αιώνα το τσάι ήταν ακόμα πανάκριβο, γι’ αυτό και χρησιμοποιούνταν σε πολύ μικρές ποσότητες. Τη βικτωριανή εποχή πλέον ήταν πιο προσιτό, οπότε πια συνηθιζόταν η ποσότητα του 1 κτγ ανά φλιτζάνι. Ο χρόνος διάχυσής του στο βραστό νερό ήταν συνήθως 5 λεπτά.

Όσον αφορά την επιλογή του ίδιου του τσαγιού, δύο πράγματα έπρεπε να προσέξει κανείς κατά την αγορά του. Η τιμή του τσαγιού είχε μεν μειωθεί αισθητά, αλλά παρόλα αυτά δεν έπαβε να υπάρχει και λαθρεμπόριο, γι’ αυτό και η Isabella Beeton, συγγραφέας του πασίγνωστου οδηγού Mrs Beeton's Book of Household Management, προειδοποιούσε πως όταν αγοράζουμε τσάι, πρέπει να προσέχουμε να έχει ευχάριστη οσμή και τα φύλλα του να είναι όσο το δυνατόν πιο ολόκληρα. Πολλοί έπαιρναν φύλλα κουφοξυλιάς, αγριοδαμασκηνιάς ή μελιάς, τα αποξήραιναν και τα χρωμάτιζαν με αιματόξυλο (για το μαύρο τσάι) ή χαλκοσκουριά (για το πράσινο). Οι ουσίες αυτές φυσικά ήταν βλαπτικές και μπορούσαν να προκαλέσουν γαστρεντερίτιδα ή ακόμα και σοβαρότερα προβλήματα σε μεγάλες ποσότητες.

Το γάλα και η ζάχαρη

Όπως έχουμε εξηγήσει και σε παλιότερη δημοσίευση, η προσθήκη της ζάχαρης ήταν κοινή πρακτική από τον 17ο αιώνα, κυρίως για να αντισταθμίσει την πικρή γεύση του τσαγιού. Τη βικτωριανή εποχή, όπως και η τιμή του τσαγιού έτσι και η τιμή της ζάχαρης μειλώθηκε αρκετά, και επομένως η κατανάλωσή της αυξήθηκε. Στην Αγγλία, αρχικά έπιναν το τσάι χωρίς γάλα. Στη συνέχεια δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι η κατανάλωσή του ήταν βλαπτική για το στομάχι, οπότε με την προσθήκη γάλακτος “μαλάκωναν” κάπως οι ιδιότητές του.

Το μενού

Όπως αναφέρει η Isabella Beeton, οι πλουσιότερες οικογένειες είχαν τη δυνατότητα να σερβίρουν μια μεγάλη ποικιλία από ντελικάτα φαγώσιμα, ενώ ο απλός κόσμος έπαιρνε το τσάι του με ψωμί με βούτυρο.

Σύμφωνα με το βιβλίοTable Talk, στο κάλεσμα για afternoon tea σερβιριζόταν τσάι και σοκολάτα. Στρωνόταν ένα μεγάλο τραπέζι με λευκό τραπεζομάντηλο. Στη μία άκρη του τοποθετούνταν ο βραστήρας με το νερό και στην άλλη το δοχείο για τη σοκολάτα. Το τραπέζι όφειλε να είναι στολισμένο με λουλούδια και τα πιάτα να περιέχουν ψωμί και βούτυρο σε πολύ λεπτές φέτες. Συχνά προσφερόταν καφές, παντς ή και λεμονάδα, αλλά ποτέ οινοπνευματοειδή.

Το φαγητό ήταν ελαφρύ και αποτελούνταν ως επί το πλείστον από γλυκίσματα. Στο βιβλίο της The Home Manual, το 1889, η Mrs. John Logan περιγράφει ένα τυπικό μενού για afternoon tea:

“Προσφέρονται ψωμί και βούτυρο σε λεπτές φέτες, σάντουιτς, μπισκότα ή κέικ, τσάι, καφές ή σοκολάτα, παγωτό και μπουγιόν. Παντς και λεμονάδα - αλλά κανενός είδους κρασί - μπορεί να προστεθούν εάν το επιθυμείτε. Και επίσης, αλατισμένα αμύγδαλα, κέικ, ζαχαρωτά και άλλα ντελικάτα κεράσματα.”

Ό,τι και αν επέλεγε να σερβίρει στο afternoon tea μια κυρία, το βιβλίο συνιστούσε να φροντίσει σε κάθε περίπτωση εξασφαλίσει τα καλύτερα δυνατά υλικά.

Οι καλοί τρόποι

Φυσικά το τσάι και το σερβίρισμά του συνοδευόταν και από το απαραίτητο etiquette. Το afternoon tea ήταν μια κοινωνική εκδήλωση, και ως τέτοια, μια ευκαιρία να κρίνεις και να κριθείς - ως αξιόλογη γνωριμία, ως πιθανή νύφη και τα λοιπά. Ευτυχώς ήδη από τότε υπήρχαν ένα σωρό βιβλία καλών τρόπων που καθοδηγούσαν τις οικοδέσποινες ως προς το σαβουάρ βιβρ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούσε το The Ladies Book Of Etiquette And Manual Of Politeness της Florence Hartley (1860), που παρείχε συμβουλές για τα πάντα, από το ντύσιμο μέχρι τους τρόπους στο τραπέζι. Για παράδειγμα, το να φυσάς το τσάι σου για να κρυώσει απαγορευόταν δια ροπάλου!

Σε ένα ανεπίσημο afternoon tea, η οικοδέσποινα υποδεχόταν τους καλεσμένους της με μια εγκάρδια χειραψία. Το τι ακολουθούσε εξαρτάτο από το μέγεθος του πάρτι. Αν επρόκειτο για μικρό αριθμό καλεσμένων, η οικοδέσποινα όφειλε να περιδιαβαίνει το δωμάτιο, μιλώντας με τους καλεσμένους της. Αν ήταν ένα μεγάλο κάλεσμα, έπρεπε να παραμείνει κοντά στην είσοδο, ενώ οι κυρίες επί των τιμών της θα διασκεδάζουν τους καλεσμένους της, θα τους προσφέρουν ροφήματα και θα κάνουν τις απαραίτητες συστάσεις.

Συνήθως το σερβίρισμα γινόταν με τη βοήθεια δύο υπηρετών. Εκείνοι ήταν υπεύθυνοι για το καθάρισμα και την απομάκρυνση των λερωμένων σκευών και την καθαριότητα του τραπεζιού. Το σερβίρισμα του τσαγιού ωστόσο όφειλε να γίνει από κάποια κυρία. Αν η οικοδέσποινα αδυνατούσε να σερβίρει, το χρέος αναλάμβανε μια από τις κυρίες επί των τιμών της.

Η μόδα

Οι κυρίες

Σε ένα afternoon tea, οι κυρίες φορούσαν συνήθως ένα απογευματινό φόρεμα. Τα φορέματα αυτά είχαν πολλά διαφορετικά στυλ, αλλά συνηθιζόταν αυτές τις ώρες της ημέρας να φορούν οι κυρίες ένα φόρεμα κλειστό στον λαιμό. Στα τέλη της δεκαετίας του 1870, κάποιες κυρίες άρχισαν να φοράνε τα λεγόμενα tea gowns. Αυτά είχαν χαλαρή εφαρμογή, με αποτέλεσμα πολλοί να διαμαρτύρονται ότι ήταν ανάρμοστα, καθώς έμοιαζαν με νυχτικά. Όσο προχωρούσε ο καιρός, ωστόσο, τα φορέματα του τσαγιού άρχισαν να γίνονται πιο αποδεκτά, ειδικά για τις οικοδέσποινες που καλούσαν τις φίλες τους.

Οι κυρίες έπρεπε να βγάζουν το καπέλο τους. Ο κανόνας αφορούσε ακόμα και εκείνες που θα έμεναν για ελάχιστο χρόνο. Τα γάντια, ωστόσο μπορούσαν είτε να τα κρατάνε ή να τα αφαιρούν.

Οι κύριοι

Συχνά καλούσαν και κυρίους στα afternoon tea parties. Άραγε οι κύριοι απολάμβαναν να πηγαίνουν ή το θεωρούσαν μια βαρετή υποχρέωση; Σύμφωνα με τα δημοφιλή περιοδικά της εποχής, αυτό εξαρτιόταν συχνά από τον τόπο καταγωγής τους, αφού όπως επισημαίνεται στο The Ladies’ Home Journal and Practical Housekeeper, “Οι κύριοι δεν απολαμβάνουν τόσο πολύ όσο οι κυρίες το τσάι των 5:00 μ.μ. στην Αμερική, αλλά στο Λονδίνο, στις 5 η ώρα, θα συναντήσει κανείς όλους τους μοδάτους ανθρώπους, ενώ γίνεται ολοένα και πιο συχνό να συναντά κανείς το ισχυρό φύλο στο απογευματινό τσάι, και στην Ουάσινγκτον, και στη Νέα Υόρκη και στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις.”

  • Στη φωτογράφιση χρησιμοποιήσαμε ένα σερβίτσιο τσαγιού Limoges των αρχών του 20ου αιώνα, σε αυθεντικό σχέδιο της δεκαετίας του 1870. Η πιατέλα, τα πιατάκια του γλυκού, τα μαχαιροπήρουνα με την κοκκάλινη λαβή, το hobnail βάζο και το κηροπήγιόμας είναι όλα αντίκες του τέλους του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου, από τη συλλογή της Madame Gâteaux.

  • Το κέικ της φωτογράφισης είναι Victorian sponge cake, ένα ελαφρύ κέικ με μαρμελάδα φράουλας και πασπαλισμένο με άχνη, που δημιουργήθηκε προς τιμήν της βασίλισσας Βικτώριας και παραμένει ακόμα και σήμερα στο Ηνωμένο Βασίλειο ένα από τα πιο δημοφιλή γλυκίσματα για να συνοδεύσει κανείς το afternoon tea του.

  • Τα ρούχα της φωτογράφισής μας είναι είτε ραμμένα είτε επιλεγμένα από τη La Cocotte, από την προσωπική της συλλογή. Εάν θέλετε να σας ράψει ένα μοναδικό ρούχο sur mesure εμπνευσμένο από άλλες εποχές, μπορείτε να τη βρείτε στο Facebook και το Instagram.

  • Τα καπέλα μας έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί στο χέρι από την Bizarre Noir, που λατρεύει να εμπνέεται από τη βικτωριανή περίοδο, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε με μια σύντομη ματιά στον λογαριασμό της στο Instagram και το κατάστημά της. Σύντομα θα μιλήσουμε πιο αναλυτικά για την υπέροχη δουλειά της σε μια συνέντευξη που θα παρουσιάσουμε εδώ.

  • Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο στούντιο The Vintage Room, του φωτογράφου Χρυσόστομου Γαλαθρή, που μπορεί να αναλάβει να σας φτιάξει μια φωτοϊστορία ή το πορτρέτο σας εμπνευσμένο από όποια εποχή ονειρεύεστε! Εδώ μπορείτε να δείτε την υπέροχη φωτοϊστορία που έφτιαξε ο Χρυσόστομος για τη Madame Gâteaux.

Styling: Βιβέτα Στρατηγού/La Cocotte

Art de la table: Madame Gâteaux

Φωτογράφιση: Χρυσόστομος Γαλαθρής/The Vintage Room

Καπέλα: Λίνα Καραμπλάκα/Bizarre Noir

Μοντέλα: Κατερίνα Πεφτίτση/Cathy Jones, Καλλιόπη Αναγνωστή/Madame Gâteaux, Βιβέτα Στρατηγού/La Cocotte

 
Previous
Previous

Ζευγάρι στο Μπάκιγχαμσαϊρ ντύνεται με ρούχα εποχής και βολτάρει στην εξοχή

Next
Next

Τι είναι τα scones και η clotted cream; Πώς τα σερβίρουμε και ποιο είναι το etiquette τους;